lésion - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lésion - translation to γαλλικά

ABNORMAL APPEARANCE OR SHAPE IN THE TISSUES OF AN ORGANISM
Lesions; Space occupying lesion; Space-occupying lesion; Space-Occupying Lesion

lésion         
n. lesion, injury, wound
radiolésion      
n. radiolesion, a lesion produced by ionizing radiation
leucemïde      
n. leukemid, lesion which appears as a result of leukemia (Medicine)

Ορισμός

lesion
['li:?(?)n]
¦ noun chiefly Medicine a region in an organ or tissue which has suffered damage through injury or disease.
Origin
ME: via OFr. from L. laesio(n-), from laedere 'injure'.

Βικιπαίδεια

Lesion

A lesion is any damage or abnormal change in the tissue of an organism, usually caused by disease or trauma. Lesion is derived from the Latin laesio "injury". Lesions may occur in plants as well as animals.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για lésion
1. Peu d‘athl';tes seraient d‘accord.» Seuls ceux qui ont souffert de cette lésion s‘interrogent.
2. Le chirurgien exclut l‘hypothèse d‘une lésion intervenue plus tôt dans l‘après–midi.
3. Aucune lésion évidente n‘est détectable ŕ partir d‘un examen, IRM ou autre.
4. Celles–ci résultent d‘une lésion ou d‘un dysfonctionnement du syst';me nerveux.
5. Il peut arriver que la victime dun accident du travail connaisse une rechute sous la forme dune aggravation de la lésion initiale soit par lapparition dune nouvelle lésion alors quelle avait été considérée comme guérie ou encore quelle navait souffert, jusque lŕ, daucune lésion apparente.